Στη δημοσιότητα, κατόπιν σχετικής Διάταξης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, τα στοιχεία ταυτότητας και φωτογραφίες των αλλοδαπών, μελών εγκληματικής οργάνωσης που έκανε διαρρήξεις σε σπίτια σε διάφορες περιοχές της Αττικής και της Θεσσαλονίκης.
Υπενθυμίζεται ότι η η συμμορία των αλλοδαπών διαρρηκτών εξαρθρώθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2020 από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής. Όσον αφορά τα συλληφθέντα μέλη, πρόκειται για τους:
1. (επ) MINDADZE ή SHALIKIAN ή SHALIKIANI ή VARDANIDZE (ον) TORNIKE ή TORVINE του DAVID ή DAVITI και της AZA ή IZA , γεννηθέντα την 24-12-1978 στη Γεωργία,
2. (επ) PURZALIANI ή POURTSALIANI (ον) PERDIA ή PETRIA του REZO και της INKA , γεννηθέντα την 6-4-1985 στη Γεωργία,
3. (επ) KHURTSIDZE ή KHURTSIDSE (ον) KETEVAN του ASLAN και της NANA , γεννηθείσα την 8-1-1990 στη Γεωργία
Για τα μη συλληφθέντα μέλη, πρόκειται για τους:
4.(επ) MAMASAKHLISI ή KHURTSIDZE ή LOMTADZE (ον) MIRZA του TEMURI , γεννηθέντα την 26-4-1981 στη Γεωργία,
5.(επ) JUGHELI (ον) IRAKLI , γεννηθέντα στη Γεωργία αγνώστων λοιπών στοιχείων.
Η συγκεκριμένη δημοσιοποίηση, σύμφωνα με τη σχετική Εισαγγελική Διάταξη, αποσκοπεί στην προστασία του κοινωνικού συνόλου και προς ευχερέστερη πραγμάτωση της αξίωσης της Πολιτείας για τον κολασμό των παραπάνω αδικημάτων καθώς και στη διερεύνηση της συμμετοχής αυτών και σε άλλες αξιόποινες πράξεις και για τον εντοπισμό των διαφευγόντων τη σύλληψη.
Στο πλαίσιο αυτό, παρακαλούνται οι πολίτες να επικοινωνούν με τους τηλεφωνικούς αριθμούς 210-6476201 του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας και 210-6411111 της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, για την παροχή οποιασδήποτε σχετικής πληροφορίας. Σημειώνεται ότι διασφαλίζεται η ανωνυμία και το απόρρητο της επικοινωνίας.
Η δράση της συμμορίας
Εξιχνιάστηκαν 11 περιπτώσεις κλοπών από σπίτια στην Αττική και 4 περιπτώσεις στη Θεσσαλονίκη. Κατασχέθηκαν κοσμήματα, ρολόγια, επώνυμα δερμάτινα είδη, πλήθος ηλεκτρονικών συσκευών και κινητών τηλεφώνων, αποδείξεις μεταφοράς εμβασμάτων στο εξωτερικό και συναλλαγών με ενεχυροδανειστήρια, πλήθος διαρρηκτικών εργαλείων και πασπαρτού κλειδιών, μηχανήματα κατασκευής πασπαρτού κλειδιών.
Οι τρεις δράστες – δύο αλλοδαποί άνδρες (ηλικίας 42 και 35 ετών) και μία 30χρονη αλλοδαπή – συνελήφθησαν στις 27 Οκτωβρίου 2020, στο πλαίσιο επιχείρησης στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας (Καλλιθέα, Κυψέλη και Αιγάλεω). Ακόμη, ταυτοποιήθηκαν και αναζητούνται τα δύο επιπλέον μέλη της οργάνωσης.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, η εγκληματική αυτή οργάνωση είχε τα χαρακτηριστικά που διακρίνουν όλες τις καλά δομημένες και ιδιαίτερα δραστήριες εγκληματικές οργανώσεις και συγκεκριμένα παρουσίαζε: α) συνεργασία μεταξύ περισσοτέρων των τριών ατόμων, β) καταμερισμό καθηκόντων, γ) μεγάλη χρονική διάρκεια με καθημερινή εγκληματική δραστηριότητα, δ) επιδίωξη διάπραξης κακουργημάτων με στόχο το οικονομικό και περιουσιακό όφελος και ε) διεθνή δράση με συνεχή μετακίνηση των μελών της σε διάφορες χώρες.
Τα μέλη της οργάνωσης, μέχρι την σύλληψή τους είχαν συνεχή επικοινωνία μεταξύ τους και προέβαιναν τόσο στο σχεδιασμό όσο και υλοποίηση των αξιόποινων πράξεων καθώς και στη διανομή των κερδών. Διέπρατταν τις αξιόποινες πράξεις με διαφορετική σύνθεση, αλλά σχεδόν πάντα και υποχρεωτικά με την αυτοπρόσωπη παρουσία του 42χρονου συλληφθέντα, ο οποίος εκτός από φυσικός αυτουργός στις κλοπές, διατηρούσε ηγετικό και συντονιστικό ρόλο στην οργάνωση.
Σημαντικό ρόλο για την λειτουργία της οργάνωσης είχε ο 35χρονος συλληφθείς , που κατείχε κυρίως τον ρόλο του τσιλιαδόρου, ενημερώνοντας τα μέλη που δρούσαν εντός των οικιών για την κίνηση έξω από αυτές αλλά και τους ενοίκους που εισέρχονταν στην πολυκατοικία. Επίσης κατείχε σημαντικό ρόλο και ως προς την περαιτέρω διάθεση των κλοπιμαίων, αλλά και την επικοινωνία με τα διάφορα καταστήματα ενοικίασης οχημάτων, από τα οποία προμηθεύονταν η οργάνωση “επιχειρησιακά” αυτοκίνητα.
Ιδιαίτερο ρόλο κατείχε στην οργάνωση και η 30χρονη συλληφθείσα, η οποία είχε επιφορτιστεί και αυτή με τον ρόλο του τσιλιαδόρου. Επίσης στο σπίτι της διατηρούσε και διάφορα κλοπιμαία της ομάδας τα οποία τα παρέδιδε στον αρχηγό κατόπιν σχετικής εντολής του, προκειμένου στη συνέχεια να διατεθούν σε διάφορα ενεχυροδανειστήρια και κλεπταποδόχους. Επιπλέον είχε αναλάβει και την διαδικασία αποστολής στο εξωτερικό χρημάτων, που είχε αποκομίσει η οργάνωση από τις εγκληματικές της δραστηριότητες, μέσω εμβασμάτων.
Τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης που ταυτοποιήθηκαν και αναζητούνται, ενεργούσαν με διακριτούς ρόλους ως φυσικοί αυτουργοί ή τσιλιαδόροι ή κατοπτεύοντες.
Πώς δρούσαν
Για τη δράση τους χρησιμοποιούσαν ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα, τα οποία στάθμευαν σε σημεία που απείχαν ικανή απόσταση από το σημείο της διάρρηξης, προκειμένου να μην εντοπιστούν, είτε από κάμερες που υπήρχαν στην περιοχή είτε γενικότερα από τις Αστυνομικές Αρχές. Επιπρόσθετα αξίζει να αναφερθεί ότι στην επιλογή του οχήματος που θα νοίκιαζαν έδιναν ιδιαίτερη βαρύτητα αφού προσπαθούσαν να επιλέξουν όχημα «ουδέτερης χρωματικής απόχρωσης» προκειμένου να περνάνε όσο το δυνατό «απαρατήρητοι».
Για να εντοπίσουν τους μελλοντικούς στόχους τους, μετέβαιναν στην περιοχή, που τελικά είχαν επιλέξει, σε διάφορες χρονικές στιγμές, κατοπτεύοντας την οικία που είχαν «στοχοποιήσει», επιτηρώντας παράλληλα και τις κινήσεις των ενοίκων.
Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας διάφορους τρόπους (έλεγχος θορύβου εξωτερικών μονάδων air condition , διαφημιστικά φυλλάδια κλπ), έλεγχαν εξωτερικά τα διαμερίσματα, προκειμένου να καταλάβουν αν απουσίαζαν οι ένοικοί τους. Τουλάχιστον ένα μέλος της ομάδας παρέμενε σε κατάλληλο σημείο και επιτηρούσε εξωτερικά την πολυκατοικία, ώστε να ενημερώσει σε τυχόν εμφάνιση αστυνομικών ή ενοίκων.
Όταν αποκτούσαν πρόσβαση στις πολυκατοικίες, άρχιζαν να κατοπτεύουν το κάθε διαμέρισμα ξεχωριστά και να περιεργάζονται την κλειδαριά εκμεταλλευόμενοι την ιδιαίτερη τεχνογνωσία τους, προκειμένου να βεβαιωθούν για το αν είναι σε θέση να την παραβιάσουν και να εισέλθουν στην οικία.
Για τις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν κινητά τηλέφωνα και κάρτες SIM, καταχωρημένες σε ονόματα ανύπαρκτων αλλοδαπών.
Η συγκεκριμένη εγκληματική οργάνωση όπως προαναφέρθηκε, είχε και διεθνή δράση, καθότι μέλη της μετέβαιναν σε διάφορες χώρες της Ευρώπης πραγματοποιώντας κλοπές για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα.
Τα αυτοκίνητα , οι ηλεκτρονικές συσκευές, και οτιδήποτε άλλο αφαιρούσαν από τις διαρρήξεις που διέπρατταν, τα έδιναν σε ενεχυροδανειστήρια και κλεπταποδόχους, εισπράττοντας χρήματα. Στη συνέχεια, μοιράζονταν τα χρήματα αυτά, παρακρατώντας όμως ένα ποσό για το «ταμείο» της οργάνωσης. Επίσης μέρος των χρημάτων που αποκόμιζε η οργάνωση από την εγκληματική της δραστηριότητα, τα διοχέτευαν σε χώρες του εξωτερικού, σε συγγενικά ή άλλα πρόσωπα, μέσω εμβασμάτων, πάντα με την σύμφωνη γνώμη του αρχηγού της ομάδας, ενώ τα υπόλοιπα τα χρησιμοποιούσαν για τον βιοπορισμό τους.
Από τις έρευνες βρέθηκαν και κατασχέθηκαν κοσμήματα, ρολόγια, δερμάτινα είδη, πλήθος ηλεκτρονικών συσκευών και κινητών τηλεφώνων, αποδείξεις μεταφοράς εμβασμάτων στο εξωτερικό και συναλλαγών με ενεχυροδανειστήρια, πλήθος διαρρηκτικών εργαλείων, πασπαρτού κλειδιών και μηχανήματα κατασκευής πασπαρτού κλειδιών.
Οι συλληφθέντες έχουν ποινικό παρελθόν και σε βάρος τους έχει σχηματιστεί πλήθος δικογραφιών για κλοπές από οικίες, ενώ ορισμένοι εξ’ αυτών έχουν εκτίσει ποινές φυλάκισης σε διάφορα Καταστήματα Κράτησης.
Οι συλληφθέντες, με την σε βάρος τους σχηματισθείσα δικογραφία, οδηγήθηκαν ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ενώ οι έρευνες για την πλήρη εξακρίβωση του εύρους της εγκληματικής τους δραστηριότητας συνεχίζονται.