Τα γαλακτοκομικά προϊόντα παρέχουν πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας και αποτελούν μία από τις πλουσιότερες πηγές ασβεστίου για τον οργανισμό.
Επίσης, περιέχουν βιταμίνες του συμπλέγματος B όπως ριβοφλαβίνη (βιταμίνη Β2) και βιταμίνη Β12, βιταμίνες Α & D και ανόργανα στοιχεία, όπως κάλιο, μαγνήσιο και ψευδάργυρο.
Σύμφωνα με τις συστάσεις, είναι απαραίτητη η κατανάλωση 3-4 μερίδων (1 μερίδα = 1 ποτήρι γάλα (250ml) = 1 κεσεδάκι γιαούρτι = 30γρ. τυρί) από ποικιλία γαλακτοκομικών προϊόντων την ημέρα.
Κυρίως λόγω της υψηλής περιεκτικότητας τους σε ασβέστιο, συμβάλλουν στην υγεία των οστών, στην επίτευξη της μέγιστης οστικής πυκνότητας κατά την παιδική ηλικία και στην πρόσληψη της οστεοπόρωσης στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.
Ωστόσο, τα γαλακτοκομικά προϊόντα με χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, ενισχύουν όχι μόνο την υγεία των οστών, αλλά αποτελούν και έναν πολύ καλό σύμμαχο στην προσπάθεια απώλειας των περιττών κιλών!
Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον σχετικά με τη σύνδεση της υψηλής πρόσληψης ασβεστίου και της μείωσης του σωματικού βάρους.
Συγκεκριμένα, όταν η πρόσληψη ασβεστίου από την τροφή είναι υψηλή, αυξάνεται η συγκέντρωσή του στο αίμα με αποτέλεσμα να μειώνεται η έκκριση της ορμόνης καλσιτονίνης, της οποίας ο βιολογικός ρόλος είναι να μειώνει τη λιπόλυση.
Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση της διαδικασίας της λιπόλυσης.
Επιπρόσθετα, ο συνδυασμός πρωτεϊνών υψηλής βιολογικής αξίας και ασβεστίου αυξάνει τα επίπεδα των ορμονών που μειώνουν την όρεξη, όπως το πεπτίδιο ΥΥ και GLP-1.
Αρκετές μελέτες έχουν σημειώσει ότι η κατανάλωση γιαουρτιού συνδέεται με χαμηλότερο σωματικό βάρος, ποσοστό σωματικού λίπους και περιφέρεια μέσης.
Μια πρόσφατη ανασκόπηση ανέδειξε μια ισχυρή θετική επίδραση της λήψης γαλακτοκομικών προϊόντων με πλήρη λιπαρά στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας.
Αξίζει βέβαια να τονίσουμε ότι όσοι επιλέγουν γιαούρτι ως σνακ τείνουν να έχουν καλύτερες διατροφικές συνήθειες, συγκριτικά με όσους δεν το καταναλώνουν. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στην υψηλότερη του περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά, σε σύγκριση με τις θερμίδες που αποδίδει.
Επίσης, το γιαούρτι και το κεφίρ αποτελούν πηγές προβιοτικών.
Ορισμένα στελέχη προβιοτικών όπως του Lactobacillus, μπορούν να εμποδίσουν την απορρόφηση του διαιτητικού λίπους, αυξάνοντας ταυτόχρονα την ποσότητα του λίπους που εκκρίνεται στα κόπρανα.
Παράλληλα τα προβιοτικά καταπολεμούν την παχυσαρκία μέσω της απελευθέρωσης της ορμόνης GLP-1 που προκαλεί κορεσμό και την αύξηση των επιπέδων της πρωτεΐνης ANGPTL4 που οδηγεί σε μειωμένη αποθήκευση λίπους.
Υπάρχουν επίσης πολλές ενδείξεις ότι η παχυσαρκία συνδέεται με τη φλεγμονή.
Με τη βελτίωση της υγείας του εντέρου, τα προβιοτικά μπορούν να μειώσουν τη συστηματική φλεγμονή και να καταπολεμήσουν την παχυσαρκία όπως και άλλες ασθένειες.
Συνοπτικά, τα ευρήματα επιδημιολογικών μελετών και κλινικών δοκιμών, υποστηρίζουν έντονα πως η ένταξη γαλακτοκομικών προϊόντων σε μια δίαιτα επιταχύνει την απώλεια λίπους, συγκριτικά με μια δίαιτα, που δεν περιέχει γαλακτοκομικά.
Επομένως, μπορείτε να απολαμβάνεται τα αγαπημένα σας γαλακτοκομικά προϊόντα χωρίς τον φόβο της ζυγαριάς!
Χριστίνα Αβραμίδη
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
ΠΗΓΗ