Του Κώστα Ράπτη
Επιστροφή στην ευρω-ατλαντική “κανονικότητα”, αλλά και στην οικονομική “ορθοδοξία”. Αυτή είναι η τελευταία συνταγή με την οποία ο πάντοτε απρόβλεπτος Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί να εξασφαλίσει “ήρεμα νερά” στην πορεία του προς τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές της γείτονος στις 14 Mαΐου. Μόνο που στο εσωτερικό του μέτωπο εμφανίζεται εξασθενημένος – και το επόμενο δίμηνο αναμένεται “καυτό”.
Η νεότερη θεαματική εξέλιξη ήρθε την Τετάρτη, όταν έγινε γνωστό ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να επικυρώσει την ένταξη της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, με αποτέλεσμα ο Φινλανδός πρόεδρος Σάουλι Νίινιστο να μεταβεί εκτάκτως την επομένη στην Κωνσταντινούπολη για διήμερη επίσκεψη, προκειμένου ο Ερντογάν να του μεταφέρει αυτοπροσώπως τα καλά νέα.
Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προβλεπόταν βέβαια να περιλαμβάνει ταυτοχρόνως τη Φινλανδία και τη Σουηδία, ωστόσο η εμπλοκή στις σχέσεις της Άγκυρας με τη Στοκχόλμη παραμένει, καθώς η τουρκική πλευρά διεκδικεί την περιστολή των δραστηριοτήτων, ακόμη και την έκδοση Κούρδων ακτιβιστών και προσκείμενων στο δίκτυο του Φετουλάχ Γκιουλέν που έχουν καταφύγει στη σουηδική επικράτεια. Όμως υποχωρώντας κατά το ήμισυ, εμφανίζεται συνεργάσιμος απέναντι στους ατλαντικούς του συμμάχους, για τους οποίους άλλωστε η ένταξη της Φινλανδίας, η οποία μοιράζεται κοινά σύνορα με τη Ρωσία, αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα. Το ίδιο το Ελσίνκι είχε ήδη δώσει το μήνυμα ότι δεν θεωρεί υποχρεωτικό τον συντονισμό της ένταξής του με αυτή της Σουηδίας.
Είχε προηγηθεί ένα άλλο μήνυμα της Άγκυρας, το οποίο ασφαλώς εκτιμήθηκε δεόντως στη Ουάσινγκτον. Ο Χαλούλ Γιουργκούν, πρόεδρος της κορυφαίας τουρκικής εταιρείας ηλεκτρονικού αμυντικού εξοπλισμού Aselsan, δήλωσε ότι η Τουρκία μπορεί να μην χρειαστεί εντέλει τα ρωσικά συστήματα S-400, επικαλούμενος το ότι οι αμυντικές ανάγκες της χώρας καλύπτονται από τη δική της εξοπλιστική παραγωγή. Δηλώσεις σαν αυτή δεν γίνονται ασφαλώς εν αγνοία του Ταγίπ Ερντογάν. Η πρόθεση να αφαιρεθεί το σημαντικότερο έως τώρα αγκάθι στις τουρκο-αμερικανικές σχέσεις είναι σαφής.
Άλλα μηνύματα δόθηκαν αθόρυβα. Την περασμένη εβδομάδα ο ρωσικός ραδιοφωνικός σταθμός Komersant ανέφερε ότι οι τουρκικές τελωνειακές αρχές διέκοψαν τη διέλευση από την επικράτεια της Τουρκίας αγαθών τα οποία υπόκεινται στις κυρώσεις της Δύσης και έχουν προορισμό τη Ρωσία. Η διακοπή κλείνει το σημαντικότερο “παραθυράκι” παράκαμψης (και μάλιστα από χώρα του ΝΑΤΟ) των κυρώσεων, που μόνο τον Αύγουστο οδήγησε τις “εξαγωγές” της Τουρκίας προς τη Ρωσία να ξεπερνούν τα 738 εκατομμύρια δολάρια.
Αλλά και στο πεδίο των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, που επίσης άπτεται της συνοχής της Ατλαντικής Συμμαχίας, βρισκόμαστε πολύ μακριά από την κατά τα άλλα πολύ πρόσφατη εποχή της εκτόξευσης απειλών του τύπου “θα έρθουμε νύχτα”. Η “διπλωματία των σεισμών” μετά τη θεομηνία της 6ης Φεβρουαρίου έχει φέρει καρπούς και οι τουρκικές αρχές προχώρησαν σε ενός είδους ανταπόδοση, αποστέλλοντας στην Ελλάδα τον κρατούμενο στις φυλακές της γείτονος πατέρα ενός εκ των θυμάτων της σιδηροδρομικής τραγωδίας των Τεμπών, ενέργεια για την οποία υπήρξαν δημόσιες ευχαριστίες από τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια.
Οι αλλαγές στην περιοχή
Τα παραπάνω έχουν την προφανή προεκλογική τους ερμηνεία, όμως όχι μόνο αυτήν. Αποτελεί άλλωστε χαρακτηριστικό γνώρισμα του τρόπου με τον οποίο πολιτεύεται ο Ερντογάν η ιδιόμορφη διαπλοκή του τακτικού με το στρατηγικό στοιχείο και του μικροπολιτικού συμφέροντος με την “εθνική γραμμή”.
Σε πρώτο πλάνο βρίσκονται οι οικονομικές ανάγκες που προκάλεσε η φυσική καταστροφή, με τις ζημιές να εκτιμάται ότι φθάνουν τα 100 δισ. δολάρια και τους αστέγους να ανέρχονται σε ενάμισι εκατομμύριο. Το αντικειμενικό πρόβλημα, αλλά και η σπουδή του Ερντογάν να αξιοποιήσει πολιτικά την ανοικοδόμηση επιβάλλουν ανοίγματα προς πάσα κατεύθυνση. Η διάσκεψη δωρητών για την Τουρκία που πρόκειται να διοργανώσει η Ε.Ε. την επόμενη εβδομάδα είναι ένας σημαντικός επόμενος σταθμός.
Οι ραγδαίες εξελίξεις στην περιοχή, με κυριότερη την επανασυμφιλίωση Ιράν και Σαουδικής Αραβίας υπό κινεζική διαμεσολάβηση, επιβάλλουν αναπροσαρμογές. Η χώρα του Ερντογάν, φυσική κατάληξη των “νέων δρόμων του μεταξιού”, δεν αντιμετωπίζει βέβαια αρνητικά την προοπτική μεγαλύτερης σταθεροποίησης της Μέσης Ανατολής και ευχερέστερης οικονομικής διείσδυσης της Κίνας. Αλλά από την άλλη πλευρά χρειάζεται “αντίβαρα” προκειμένου να συμμετάσχει στο νέο παιχνίδι, χωρίς τον κίνδυνο να υποσκελισθεί.
Την ανάγκη των αντιβάρων, άλλωστε, μόλις υπενθύμισε η ακύρωση την τελευταία στιγμή της προγραμματιζόμενης για την εβδομάδα αυτή πρώτης τετραμερούς συνάντησης Τουρκίας, Ρωσίας, Ιράν και Συρίας σε επίπεδο υφυπουργών Εξωτερικών, καθώς η Δαμασκός, που δεν επείγεται να κάνει προεκλογικά δώρα στον Ερντογάν, θέτει επιτακτικά το ζήτημα της αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων από την συριακή επικράτεια.
Σε ό,τι δε αφορά ειδικά την σχέση με τις ΗΠΑ ταλαντεύεται αντικειμενικά ανάμεσα στην “υπαρξιακή απειλή” που αισθάνεται από την αμερικανική προστασία του αυτονομημένου κουρδικού μορφώματος στη βορειοανατολική Συρία αφενός (γεγονός που φέρνει την Τουρκία όλο και πιο κοντά με τη Ρωσία, το Ιράν και πλέον και τη Δαμασκό) και τις δυνατότητες διείσδυσης στον Καύκασο και την Κεντρική Ασία που προσφέρονται με πλήρη ενθάρρυνση της Δύσης και του Ισραήλ.
“Παλάτι στην άμμο”: μετά τους σεισμούς, οι πλημμύρες
Δεν χρειάζεται όμως ο Ερντογάν την ευμενή διάθεση μόνο των δυτικών πρωτευουσών, αλλά και των αγορών – εξού και οι ανορθόδοξες οικονομικές επιλογές που επικρατούσαν μέχρι τώρα οδεύουν, κατά τις ενδείξεις, προς εγκατάλειψη. Το πρακτορείο Reuters υποστηρίζει ότι το υπό έγκριση εκλογικό μανιφέστο του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης συνιστά “επιστροφή στις ρίζες”, δηλ. στις φιλελεύθερες πολιτικές που σημάδεψαν την έλευσή του στην εξουσία, με προτεραιότητες πλέον την καταπολέμηση του πληθωρισμού και τη διαφάνεια στην ανάθεση δημόσιων έργων, όπου, ως γνωστόν, έχει θεριέψει η διαπλοκή. Μάλιστα ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας φέρεται να εξετάζει την ανάθεση της οικονομικής πολιτικής στον μέχρι το 2018 αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Μεχμέτ Σιμσέκ, ο οποίος έχει καλή διεθνή φήμη και προφανώς καλείται να λειτουργήσει ως αντίπαλο δέος στον άλλοτε “τσάρο της οικονομίας” Αλί Μπαμπατζάν, νυν ηγέτη κόμματος του μπλοκ της αντιπολίτευσης.
Υπενθυμίζεται ότι το 2016, οπότε ο Σιμσέκ κρατούσε τα ηνία, η ξένη συμμετοχή στην αγορά ομολόγων σε τουρκική λίρα είχε φθάσει το 25%, έναντι 0,8% στις αρχές του 2023.
Ο ελιγμός του HDP
Προς το παρόν, πάντως, η Τουρκία δίνει την εικόνα “παλατιού στην άμμο”, καθώς καταρρακτώδεις βροχές που σημειώθηκαν στις σεισμόπληκτες περιοχές είχαν ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 14 άνθρωποι (οι 5 Σύροι πρόσφυγες), ενώ αγνοούνται άλλοι πέντε. Η εικόνα ενός κρατικού μηχανισμού ο οποίος αποτυγχάνει είτε στην πανδημία, είτε στις δασικές πυρκαγιές, είτε στις τωρινές φυσικές καταστροφές ενισχύει τη θέση της αντιπολίτευσης που φιλοδοξεί να εκπορθήσει την προεδρία με τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Την ίδια ώρα το τρίτο σε δύναμη κοινοβουλευτικό κόμμα, το φιλοκουρδικό HDP, που αποτελεί τον πραγματικό κριτή των εκλογών ανακοίνωσε ότι θα στεγάσει τους υποψήφιούς τους στις λίστες της Πράσινης Αριστεράς, ώστε να παρακάμψει τη διαδικασία απαγόρευσης λειτουργίας του, που θα κριθεί στο Συνταγματικό Δικαστήριο εντός του Απριλίου.
capital.gr