Ο γόρδιος δεσμός του Ερντογάν
Νίκος Μούδουρος
Το βράδυ της 28ης Μαΐου 2023, με την οριστικοποίηση των αποτελεσμάτων του δεύτερου γύρου των προεδρικών, ο Ερντογάν μιλούσε στο πλήθος που συγκεντρώθηκε στο προεδρικό.
Δίπλα του είχε όλους τους ηγέτες των κομμάτων που στήριξαν την υποψηφιότητα του και συμμετείχαν στην «συμμαχία του λαού». Ο ηγέτης καλούσε το «έθνος του» να μην επαναπαυτεί μετά τη νέα νίκη και να ξεκινήσει την προσπάθεια για «επανακατάκτηση» της Κωνσταντινούπολης στις δημοτικές που ακολουθούσαν. Αυτό ήταν και το σημείο που οι ψηφοφόροι της αντιπολίτευσης ένιωσαν ότι έφτασε το τέλος της Ιστορίας. Καταδικασμένοι σε μια ακόμα πενταετία μιας εξουσίας που έμοιαζε αιώνια. Στα μάτια τους, ο Ερντογάν θα συμπλήρωνε 26 συνεχόμενα χρόνια ως επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας, περισσότερα από τον ιδρυτή του σύγχρονου κράτους της Τουρκίας, τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Η απελπισία μεγάλωνε, εάν ληφθεί υπόψη το ότι την ίδια στιγμή σε κάποια άλλα κομματικά γραφεία στην Άγκυρα, η συμμαχία της αντιπολίτευσης διαλύθηκε «εις τα εξ ων συνετέθη». Με λίγα λόγια, δεν υπήρχε κάτι στον ορίζοντα που να δημιουργεί έστω μια χαραμάδα ελπίδας για την πολυπόθητη αλλαγή που διεκδικούσαν τα εκατομμύρια των πολιτών που στάθηκαν απέναντι στον Ερντογάν.
Δέκα μήνες μετά, το βράδι της 31ης Μαρτίου 2024, ο Ερντογάν ανέβηκε στο μπαλκόνι των κεντρικών γραφείων του ΑΚΡ στην Άγκυρα για να απευθυνθεί στο (μικρότερο) πλήθος που συγκεντρώθηκε. Αυτή τη φορά συνοδευόταν μόνο από τη σύζυγό του. Ένιωσε την ανάγκη να πει ότι το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών «δεν είναι το τέλος, αλλά ένα σημείο καμπής». Χωρίς το ύφος του «αιώνιου ηγέτη», αλλά με τον χαρακτηριστικό του πατερναλισμό, φρόντισε να υπογραμμίσει ότι πρέπει να γίνει αυτοκριτική. Οι πίνακες των κομματικών ποσοστών στα ΜΜΕ έδειχναν το ΑΚΡ στην δεύτερη θέση πίσω από τον αιώνιο κεμαλικό εχθρό, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, για πρώτη φορά μετά από 22 ολόκληρα χρόνια. Οι γνωστοί πορτοκαλί εκλογικοί χάρτες της Τουρκίας έγιναν κόκκινοι, με αποτέλεσμα οι δημοφιλείς «διανοούμενοι» να αποχωρήσουν γρήγορα από τα πάνελ των φιλοκυβερνητικών καναλιών.
Τι μεσολάβησε σε διάστημα μόλις δέκα μηνών; Γιατί σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, όλοι μιλούν για το μεγαλύτερο πολιτικό χαστούκι ενάντια στον Ερντογάν; Η απάντηση στα ερωτήματα, δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη. Θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τουλάχιστον τρεις βασικές δυναμικές, οι οποίες σε διαφορετικό βαθμό, εκφράστηκαν ταυτόχρονα τους τελευταίους δέκα μήνες και συνέβαλαν στην αλλαγή των ισορροπιών.
>Επιβεβαίωση μιας τάσης και η οικονομία της πτώσης:
Η μεγάλη έκπληξη, σύμφωνα με την πλειοψηφία των αναλυτών στην Τουρκία, δεν ήταν τόσο η ήττα στις δημαρχίες των μητροπόλεων, όσο η δραματική μείωση των κομματικών ποσοστών του ΑΚΡ. Ωστόσο μια αποστασιοποιημένη μελέτη των εκλογικών αποτελεσμάτων της τελευταίας δεκαετίας, δείχνει ότι το κυβερνών κόμμα βρίσκεται σταθερά σε καθοδική τάση, χωρίς να πείθει για την ικανότητα αναστροφής πορείας. Από το κορυφαίο 49,9% στις βουλευτικές Νοεμβρίου 2015, το ΑΚΡ βρέθηκε στο 35,6% το 2023. Η ίδια ακριβώς τάση καταγράφηκε και στις δημοτικές εκλογές της περιόδου. Το 2014, το ΑΚΡ κέρδισε 45,5%, το 2019 το ποσοστό μειώθηκε στο 44%, ενώ τη νύχτα της 31ης Μαρτίου 2024 καταποντίστηκε στο 35,5%. Η γενικότερη συρρίκνωση του κόμματος του Ερντογάν φτάνει σε ποσοστά άνω του 14% μέσα σε εννέα χρόνια. Σε πραγματικούς αριθμούς, η κατάσταση είναι πιο χαρακτηριστική. Από τα περίπου 24 εκατομμύρια ψήφων του 2015, το κόμμα κατάφερε να συσπειρώσει 19,3 εκατομμύρια τον Μάη του 2023 και 16,3 εκατομμύρια στις δημοτικές του 2024. Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση τα στοιχεία του 2023, το ΑΚΡ έχει 11 εκατομμύρια μέλη. Συνεπώς, τα προαναφερθέντα στοιχεία δείχνουν μια πραγματική δυσκολία του ΑΚΡ να απευθυνθεί πέραν του στενού κομματικού ακροατηρίου.
Το στοιχείο που θόλωνε την πραγματικότητα της φθοράς, ήταν αναμφίβολα η στήριξη προς το πρόσωπο του Ερντογάν. Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια ο ηγέτης του ΑΚΡ έχει αυτονομηθεί με την έννοια ότι στο πρόσωπο του συσπειρώνονται σχεδόν όλες οι διαφορετικές μερίδες της τουρκικής Δεξιάς. Από τους ακραίους εθνικιστές και την παραδοσιακή συντηρητική πολιτική σκέψη μέχρι τις ισλαμιστικές δομές, ο Ερντογάν αποτελεί την γέφυρα δημιουργίας της ασταθούς ενότητας του συνασπισμού εξουσίας, τουλάχιστον στην περίοδο μετά το 2015. Με αυτό τον τρόπο, η ύπαρξη των διαφορετικών αυταρχικών μηχανισμών αναπαραγωγής της εξουσίας του, δεν επέτρεπαν την κατανόηση της φθοράς σε ποιοτικό και ποσοτικό επίπεδο.
Η πρώτη βασική δυναμική λοιπόν που οδήγησε στην απογύμνωση του ΑΚΡ, ήταν η εκρηκτική κοινωνικοοικονομική κατάσταση. Η εμβάθυνση της κοινωνικής ανισότητας και η δραματική υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των μισθωτών στρωμάτων της χώρας φώναζαν «παρόν» ήδη από το 2018. Όμως είναι αλήθεια ότι ο τελευταίος χρόνος καταγράφηκε ως εφιαλτικός. Πριν από τις εκλογές του 2023, ο πληθωρισμός ήταν 38-40%. Σήμερα ξεπερνά το 67%. Την ίδια περίοδο η ανεργία ήταν 9%, ενώ σήμερα ξεπέρασε το 10%. Πριν από την κάλπη των προηγούμενων βουλευτικών και προεδρικών, ένα δολάριο αντιστοιχούσε σε 20 τουρκικές λίρες. Σήμερα αντιστοιχεί σε περισσότερες από 30.
Εάν λοιπόν πριν δέκα μήνες το διακύβευμα των προεδρικών ήταν η σταθερότητα και η εμπιστοσύνη που συμβόλιζε ο Ερντογάν ενάντια σε μια αόριστη και χαοτική αλλαγή που συμβόλιζε η αντιπολίτευση, στις δημοτικές εκλογές το διακύβευμα ήταν να «ακουστεί το παράπονο», να καταγραφεί η καταγγελία. Ιδιαίτερα σε μεγάλες πόλεις και μητροπολιτικά κέντρα, όπου η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου και ο πληθωρισμός βιώνονται πιο βίαια, ο θόρυβος του «παράπονου» ήταν εκκωφαντικός. Στην Άγκυρα ο εκλεκτός της κυβέρνησης έχασε με διαφορά 30%. Στην Κωνσταντινούπολη, ο Ιμάμογλου κέρδισε ένα εκατομμύριο περισσότερους ψήφους από τον Μουράτ Κουρούμ. Συνολικά το ΑΚΡ έχασε 15 νομούς, 10 εκ των οποίων πέρασαν στον έλεγχο του Ρεπουμπλικανικού.
>Η κριτική από τα δεξιά και οι απογοητευμένοι θεοσεβούμενοι:
Εάν η οικονομική δυσπραγία και η κοινωνική ανισότητα είναι η πρώτη βασική δυναμική του επικριτικού μηνύματος που ήθελαν να μεταφέρουν οι ψηφοφόροι, η ύπαρξη μιας συγγενικής, αλλά αυτόνομης πολιτικής δύναμης στη γειτονιά της συντηρητικής κοινωνικής βάσης ήταν επίσης μια σημαντική πλατφόρμα αποδυνάμωσης του ΑΚΡ. Το νέο Κόμμα Ευημερίας υπό την ηγεσία Φατίχ Έρμπακαν, γιου του ιστορικού ηγέτη των ισλαμικών κομμάτων στην Τουρκία, Νετζμεττίν Έρμπακαν, αποφάσισε να συμμετάσχει με τα δικά του ψηφοδέλτια και υποψήφιους δημάρχους. Υπογράμμισε από την αρχή, ότι η στήριξη που έδωσε στον Ερντογάν το 2023 αφορούσε στην επιβίωση και την ασφάλεια του κράτους, δίλημμα που δεν αφορούσε στις δημοτικές εκλογές.
Αυτή η μανούβρα είχε ως αποτέλεσμα το Κόμμα Ευημερίας να μετατραπεί πολύ σύντομα στο επίκεντρο της έκφρασης της δυσαρέσκειας των πλέον συντηρητικών κοινωνικών ομάδων της Κεντρικής Ανατολίας.
Σε πόλεις – κάστρα που ψήφιζαν το ΑΚΡ με τα «μάτια κλειστά», ο Έρμπακαν έγινε η δίοδος για επιστροφή στις ρίζες: Οι ακραίες θέσεις του Κόμματος Ευημερίας ενάντια στον εμβολιασμό, την ομοφυλοφιλία, την θέση της γυναίκας, συνδυάστηκαν με την καταγγελία της διαφθοράς, του αθέμιτου πλουτισμού, του μαφιόζικου κράτους, αλλά και του περιορισμού της κυβερνητικής κριτικής ενάντια στο Ισραήλ σε ρητορικό επίπεδο χωρίς την εφαρμογή πρακτικών μέτρων προστασίας του πληθυσμού στη Γάζα. Δηλαδή όλων εκείνων που στις πολιτισμικές αναφορές της κοινωνίας των πιστών Μουσουλμάνων, αναιρούν το λόγο του Θεού και το ήθος της θρησκείας.
Εξαιτίας της ύπαρξης του Κόμματος Ευημερίας, η εκλογή της τοπικής αυτοδιοίκησης σε πόλεις που αποτελούν την σπονδυλική στήλη της στήριξης Ερντογάν μετατράπηκε σε πεδίο καταγγελίας του ΑΚΡ για την εγκατάλειψη των παραδοσιακών αρχών. Σε αυτό το επίπεδο, η αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας του κυβερνώντος κόμματος δεν προέρχεται από μια συγκρουσιακή με την εξουσία ιδεολογική τοποθέτηση. Αντίθετα, προέρχεται από εκείνη την οργανωμένη δομή, η οποία αναπαράγει και διαχέει τους πιο συντηρητικούς προσανατολισμούς του καθεστώτος «από τα δεξιά» του Ερντογάν.
Ο Ταγίπ απέναντι σε κοινωνικό ξέσπασμα
Πέραν της οικονομίας και του ξεσπάσματος της κριτικής εντός της ισλαμικής «γειτονιάς» με κύριο εκφραστή τον Έρμπακαν, δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί ο ρόλος της αντιπολίτευσης στο εκλογικό αποτέλεσμα. Όπως έχει προαναφερθεί, ο Μάης του 2023 ήταν περίπου εφιαλτικός για σχεδόν όλες τις ιδεολογικές τάσεις που ιστορικά βρέθηκαν σε αντίθετη πορεία με το κίνημα του τουρκικού ισλαμισμού και των συμμάχων του. Ήταν μια στιγμή επιβεβαίωσης της απειλής ενάντια στην κοινωνική και πολιτική τους ύπαρξη. Ακριβώς αυτή η αίσθηση της υπαρξιακής απειλής φαίνεται να κινητοποίησε πιο ολοκληρωμένα τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης και ιδιαίτερα του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος.
Η επιλογή πολιτικών προσωπικοτήτων απέναντι στους μονότονους τεχνοκράτες της κυβερνητικής συνεργασίας, αποδείχτηκε ορθή. Όπως ορθή στο εκλογικό επίπεδο αποδείχτηκε και η επιλογή προσώπων που δεν ανήκουν στα παραδοσιακά κοσμικά, δυτικότροπα και κεμαλικά πρότυπα του κόμματος που ίδρυσε το τουρκικό κράτος. Η επικέντρωση της προεκλογικής εκστρατείας στα ουσιαστικά προβλήματα των πολιτών και η προώθηση της έννοιας της «κοινωνικής τοπικής αυτοδιοίκησης» ως απάντηση στην φτώχεια, ήταν στοιχεία που εισήλθαν στην προεκλογική δραστηριότητα από πολλά κέντρα της αντιπολίτευσης. Τόσο υποψήφιοι του Ρεπουμπλικανικού, όσο οι συνεργασίες της κουρδικής και τουρκικής Αριστεράς, απομόνωσαν σε τοπικό επίπεδο τους εκπροσώπους της κυβέρνησης και έδειξαν ικανότητες κινητοποίησης μάζας ψηφοφόρων σε καίρια θέματα της καθημερινής επιβίωσης.
Επομένως, το ερώτημα για την αντιπολίτευση και ειδικά για τον Ιμάμογλου, αφορά στο κατά πόσο θα μπορέσουν να διατηρηθούν στη θέση των εκφραστών της κοινωνικής δυσαρέσκειας και κριτικής. Αλλά και στο κατά πόσο θα μπορέσουν να πολιτικοποιήσουν αυτή την κριτική με στόχο την εκτελεστική εξουσία και επομένως να πείσουν ότι μπορεί να υπάρξει μια καλύτερη Τουρκία χωρίς την ηγεσία Ερντογάν.
Αντίθετα, ο γόρδιος δεσμός που πρέπει να λύσει ο Ερντογάν είναι πιο περίπλοκος. Οι επιλογές στην οικονομική πολιτική είναι περιορισμένες. Εξαναγκάζεται να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα λιτότητας που πρέπει να συνδυαστεί με την ομαλοποίηση στην εξωτερική πολιτική λόγω της ανάγκης ξένων κεφαλαίων. Ο γόρδιος δεσμός επεκτείνεται στην ισχυροποιημένη παρουσία των «αντιπολιτευομένων συγγενών» του Κόμματος Ευημερίας, οι οποίοι του θυμίζουν καθημερινά τη νοσταλγία των απογοητευμένων Μουσουλμάνων σε ένα μακρινό, αλλά «αμόλυντο» παρελθόν. Ο τρόπος που θα επιλέξει να λύσει τις πτυχές του δικού του γόρδιου δεσμού, με επίκεντρο την αναδόμηση της πολιτικής των συμμαχιών με ορίζοντα το 2028, έχει τη δική του στρατηγική σημασία. Γιατί πλέον ο Ερντογάν έχει ενώπιον του μια κοινωνική αντιπολίτευση που στο παρά πέντε δεν αποδέχτηκε το τέλος της Ιστορίας (της).
*Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Πηγή: Φιλελεύθερος